Τετάρτη 8 Ιουλίου 2009

Περί ψυχής


Ο Ιάμβλιχος γεννήθηκε στην Χαλκίδα της Κοιλής Συρίας στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και πέθανε μεταξύ του 324 και 326. Προερχόταν από οικογένεια γαικτημόνων και ο πρώτος του δάσκαλος ήταν ο Ανατόλιος, ο οποίος πιθανόν ήταν καθηγητής της Αριστοτελικής σχολής στην Αλεξάνδρεια. Στην συνέχεια δάσκαλος του ήταν ο Πορφύριος (232 - 304 μ.Χ.) ο Τύριος, μαθητής του Πλωτίνου (204/5 - 269/270 μ.Χ), και αργότερα της συριακής σχολής, της οποίας σηματική είναι η συνεισφορά στην αναβίωση της πλατωνικής φιλοσοφίας κατά τον πέμπτο αιώνα, τόσο στην Αθήνα (Συριανός, Πρόκλος), όσο και στην Αλεξάνδρεια (Αμμώνιο, Δαμάσκιο, Σιμπλίκιο).

Στα 290 ο Ιάμβλιχος αναλαμβάνει την σχολή της Συρίας και δισάσκει σύμφωνα με τον τρόπο των Πυθαγορείων, μέχρι τις αρχές του τετάρτου αιώνα όταν επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού ξεκινάει ο "μεγάλος διωγμός". Με την επίσημη αποδοχή του Χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο ξεκινάνε οι διαμάχες ανάμεσα σε χριστιανούς πλατωνιστές και σε νεοπλατωνιστές, οι οποίοι διαφοροποιούνται σε πολλά θέματα με τους χριστιανούς, με κυριότερη διαφωνία αν τελικά ο Θεός είναι η πρώτη υπόσταση ή απλά είναι μία ανθρώπινη νοητική ερμηνεία του άρρητου; Οι νεοπλατωνικοί θεωρούν ότι ο χριστιανικός Θεός λειτουργεί αυθαίρετα στέλνοντας τον ίδιο του τον υιό στην γη σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή –ενώ ο ίδιος είναι αιώνιος. Δεύτερον, προκαλεί μεγάλη περιέργεια αυτός ο υιός να είναι με σάρκα και οστά , καθώς είναι ασύμφωνο με την υπόσταση του Ενός. Έτσι, οι νεοπλατωνικοί θα στραφούν σε άλλες αναζητήσεις και θα γνωρίσουν την αλήθεια μέσα από τους Χαλδαϊκούς Χρησμούς και τα Ερμητικά Κείμενα. Όσον αφορά τους πρώτους, ήτανε μια συλλογή σκοτεινών εξάμετρων χρησμών των Βαβυλωνίων, από τον Ιουλιανό τον Χαλδαίο και τον γιό του Θεουργό (κατά την περίοδο του Μάρκου Αυρήλιου 160 – 181 μ.Χ.), προερχόμενων από τις αποκαλύψεις μιας εκστατικής προφητείας που περιείχαν φυσιολατρικές παρατηρήσεις για τα ουράνια φαινόμενα. Όσον αφορά τα Ερμητικά Κείμενα, αυτά αποδίδονται στον Ερμή τον Τρισμέγιστο έναν Αιγύπτιο ιερέα με το όνομα Μανέθωνα, του οποίου του είχε ζητηθεί από την βασιλική οικογένεια των Πτολεμαίων, στις αρχές του 3ου αιώνα να μεταφράσει τα ιερά κείμενα της Αιγυπτιακής σοφίας. Το όνομα του ιερά στα αιγυπτιακά σημαίνει «Αλήθεια του Θοθ ή του Τοθ», δηλαδή του Θεού της σοφίας, έτσι οι Έλληνες στην συνέχεια θα του δώσουνε το όνομα του Ερμή του Τρισμέγιστου, αυτού δηλαδή που είναι τρεις φορές μεγάλος. Φτάνουμε λοιπόν στον Πλωτίνο, ο οποίος πρώτος θα δώσει την ερμηνεία της τριάδας περιγράφοντας τον Θεό ως την μονάδα που είναι οργανωμένη και που λειτουργεί ως ενιαία τριάδα (ο αριθμός 3 ήτανε άλλωστε πολύ βασικός για του Πυθαγόρειους).

Ο Ιάμβλιχος όμως θα προχωρήσει πιο πέρα απ’ ότι ο Πλωτίνος, όπου με την συγκρότηση της τριάδας Είναι – Ζωή – Νους, ο τελευταίος μας περιγράφει την διαλεκτική καθαρκτική διαδικασία που δείχνει την ανοδική πορεία της ψυχής, ενώ ο Ιάμβλιχος εισάγει πλήθος κλειστών τριάδων. Αυτές οι τριάδες λειτουργούν αυτοτελώς, προοδεύουν και επιστρέφουν στο αρχικό ενοποιώντας το κάθε φορά εκ νέου.

Γράφει λοιπόν ο Ιάμβλιχος σε μία του επιστολή στον Πορφύριο: «Εάν, όμως, πρέπει να σου αποκαλύψω την αλήθεια όσον αφορά στον προσωπικό δαίμονα, πρέπει να πούμε ότι δεν διαμοιράζεται σε μας από ένα μέρος του ουρανού ή από κάποιο από τα ορατά στοιχεία, αλλά από ολόκληρο τον κόσμο, ολόκληρη τη ζωή που περιέχεται σε αυτόν και σε όλα τα σώματα, μέσω των οποίων η ψυχή κατέρχεται στην δημιουργία, γίνεται μέρος την μοίρας μας, παρόμοια στον καθένα, ελέγχοντας με τον ίδιο τρόπο τον καθένα. Αυτός λοιπόν ο δαίμονας υπάρχει ως παράδειγμα πριν ακόμη οι ψυχές κατέλθουν στην δημιουργία. Και όταν η ψυχή πάρει τον δαίμονα ως οδηγό της, ο δαίμονας αμέσως την ελέγχει, συμπληρώνει τις ζωές της και την δένει με το σώμα όταν κατεβαίνει. Και κυβερνά το κοινό ζώο της ψυχής, κατευθύνει την ιδιαίτερη ζωή της και μας δίνει τις αρχές όλων των σκέψεων και της λογικής μας».

Φτάνουμε λοιπόν στην μονάδα, η οποία βρίσκεται πέρα κάθε κατηγορίας και δεν είναι υπαρκτή υπό καμία έννοια, γιατί τότε θα εξέπιπτε στο επίπεδο των πολλαπλών όντων, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μονάχα δι’ αυτής. Πέρα αυτών είναι ακαθόριστη, αδιανόητη και ανέκφραστη, βρίσκεται πέραν κάθε ενέργειας και αν υπάρχει μια αρχική ενέργεια, αυτή αποδίδεται στο νου, που ιεραρχικά είναι δεύτερος και απορρέει εκ της μονάδας. Ο νους προέρχεται άμεσα από την μονάδα και, ως υπόσταση που δημιουργεί βρίσκεται πέραν κάθε πράγματος. Δημιουργημένος όμως εκ της μονάδος, στρέφεται συνεχώς προς αυτή, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ψυχή που προέρχεται από το νου και που είναι η εικόνα του. Ο στόχος του είναι η οργάνωση του σύμπαντος και κινείται μεταξύ της αιωνιότητας και του χρόνου. Η ψυχή, όμως, είναι υποχρεωμένη να στρέφεται τόσο προς το νοητό κόσμο όσο και προς τον αισθητό, τον οποίο συνιστά η ύλη. Εκ της ψυχής προέρχεται και η ατομική ψυχή, χωρίς αυτό να αντιφάσκει στην ύπαρξη μιας ενιαίας ψυχής. Παρά όμως την έκπτωσή της, η οποία συνεπάγεται και την ενσάρκωσή της, διατηρεί μια ανάμνηση της ευγένειας της προέλευσής της από την πρωταρχική μονάδα. Αυτή η ανάμνηση, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι δουλειά το προσωπικού της δαίμονα, ο οποίος την ακολουθεί παντού και, όπως μας λέει ο Ιάμβλιχος, γίνεται μέρος της μοίρας της.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε τον ορφισμό στην παρούσα φάση. Ένας ξένος Θεός, που ήρθε από την Ανατολή, ο Διόνυσος, γίνεται Θεός της φύσης, της ζωής και του θανάτου. Ο ορφισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον μύθο του Διόνυσου Ζαγρέα, και αυτός ο μύθος θα γίνει ο πυρήνας του διονυσιακού ορφικού δυιδισμού αλλά και του απολλώνιου πυθαγορικού δυιδισμού: το σώμα, φυλακή της ψυχής, κρατεί το τιτανικό στοιχείο, η ψυχή από το θεϊκό. Ο μύθος λέει ότι οι Τιτάνες, απ’ όπου γεννήθηκαν οι άνθρωποι, καταβρόχθισαν τα κομμάτια από το σώμα του Διόνυσου –βρέφος ακόμα- με επακόλουθο η οργή του Δία να ξεχειλίσει και να τους κατακεραυνώσει.

Η πάλη του ανθρώπου πλέον εστιάζεται στο πιο από τα δύο στοιχεία θα υπερισχύσει. Το θεϊκό ή το γήινο; Η ψυχή ή το σώμα; Ο εγκλωβισμός της ψυχής στο σώμα μόνο ως τιμωρία νοείται, και χρειάζεται μια διαρκής πάλη –άγνωστο για πόσο χρονικό διάστημα- για να βρει η ψυχή την σωτηρία της μέσα από την κάθαρση σε μύρια σώματα. Μια κάθαρση που θα επιφέρει την αθανασία. Πόσο διαχρονικοί άλλωστε είναι οι τελευταίοι στίχοι από τα Χρυσά Έπη των Πυθαγορείων…


Όταν, λοιπόν, εγκαταλείψεις το σώμα και μετέλθεις στον ελεύθερο Αιθέρα

Θα γίνεις αθάνατος –θεός άβροτος- και όχι πια θνητός.